Τρίτη, Δεκεμβρίου 26, 2006

Μας κάνεις ρεζίλι!

Είχα βγάλει το σκυλί βόλτα. Προχωρώντας, είδα ένα κοριτσάκι να κάθεται έξω από την πόρτα ενός σπιτιού και να κλαίει. Μάλιστα ήταν κρυμμένο πίσω απ΄την πλαινή ανοιχτή μπαλκονόπορτα, αλλά εγώ το είδα. Μάλλον πρώτα το είδε το σκυλί που γαύγισε, κι εκείνο τρόμαξε και το αντιλήφθηκα. Είδα ότι φορούσε ένα λεπτό μπλουζάκι κι εγώ κρύωνα ακόμα και με το μπουφάν.
"Τι κάνεις κοριτσάκι μου εκεί;" το ρώτησα.
Τότε είδα τα ματάκια του κόκκινα και τα μαγουλάκια του γεμάτα δάκρυα. Δεν ήταν πάνω από δέκα χρονών.
"Τίποτα...", μου είπε κλαίγοντας.
"Γιατί είσαι έξω κοπέλα μου με τέτοιο κρύο;"
'Έτσι...", μου είπε σταυρώνοντας πιο σφιχτά τα χέρια του, γιατί κρύωνε. Η κοιλίτσα του φαινόταν. Το μπλουζάκι που φόραγε ήταν και της μόδας!
"Μπες μέσα κοπέλα μου! Θα πουντιάσεις! Κάνει πολύ κρύο!"
"Όχι! Δεν θέλω να πάω...." μου απάντησε με εγωισμό και νάζι.
"Γιατί κοπέλα μου; Σε μαλώσανε; Μπες και πάρε τουλάχιστον ένα μπουφάν. Θα αρρωστήσεις έτσι!"
"Όχι! Δεν πάω. Δεν κρυώνω!" επέμενε η μικρή, ενώ τα δάκρυα έτρεχαν και η τρίχα στην κοιλιά είχε γίνει κάγκελο.
Το σκυλί δεν με βοηθούσε να την πλησιάσω πιο κοντά. Αποφασισμένη να βοηθήσω την κατάσταση, το έδεσα σ΄ένα δέντρο. Πήγα κοντά της, την χάιδεψα, της μίλησα, τίποτα! Δεν ήθελε να μπει στο σπίτι.
Μέσα στο σπίτι ακουγόταν φασαρία. Πολύς κόσμος, που να καταλάβουν ότι η μικρή ήταν έξω στο κρύο;
Δεν δίστασα. Χτύπησα το κουδούνι, είπα συγνώμη και Χρόνια Πολλά και τους είπα για την μικρή που ήταν κρυμένη και έκλαιγε.
Την πήρανε μέσα με το ζόρι και την μαλώνανε.
"Μας κάνεις ρεζίλι χρονιάρες μέρες!" της είπε ο παππούς κι εκείνη έκλαιγε.
Εύχομαι να μη με μίσησε αυτό το παιδί.
Κάποιος την μάλωσε κι εκείνη βγήκε έξω να κλάψει, χωρίς να την βλέπουν.
Για κακή της τύχη την είδα εγώ.