Παρασκευή, Ιανουαρίου 05, 2007

Δικιά μου ζωή

Ώρα δεν ξέρω. Μέρα δεν ξέρω.
Ξέρω μόνο από στιγμές. Σαν κι αυτή που ζω τώρα. Σαν αυτή που έζησα πριν, σαν αυτή που θα ζήσω σε λίγο.
Οι στιγμές έχουν άλλο μέτρημα. Γι’ αυτό και η ώρα τώρα είναι αλλιώτικη. Διαφορετική.
Ήρθα νωρίτερα στο χωριό μου να καθαρίσω το σπίτι και σε λίγο έρχεται η οικογένεια. Η Άννα δεν ήθελε να έρθει. Έρωτας είναι η αιτία και η ηλικία της. Εφηβεία έντονη και δε θέλει να ξέρει τίποτα απ’ το χωριό μου.

Απ’ το πρωί είμαι σε συναγερμό. Καθάρισα ότι δεν καθαρίζεται, στόλισα ότι δεν στολίζεται. Λες και θα έρθει κάποιος μεγάλος και τρανός.
Μα υπάρχει κάποιος πιο τρανός απ’ την Άννα;

.....Έλα κόρη μου, κι εγώ αυτές τις τρεις μέρες θα γίνω χαλί να με πατήσεις. Σκλάβα σου θα γίνω, να περάσεις καλά. Θέλω να αγαπήσεις τον τόπο μου. Να σου δείξω που έπαιζα, που κρυβόμουν όταν ήμουνα παιδί, που έκανα όνειρα όταν έπεφταν τα αστέρια.

Όνειρα....
Έκανα άραγε εγώ ποτέ;
Έκλαψα για αυτά εγώ ποτέ;

Έλα με το καλό. Θέλω να με δεις πόσο ευτυχισμένη είμαι στον τόπο μου και πόσο όμορφος είναι αυτός. Θέλω να δεις την τριανταφυλλιά της θείας που είχε ξεραθεί και ζωντάνεψε μόλις την πότισα.

Ένα τριαντάφυλλο που ανθίζεις είσαι κι εσύ. Μόνο πρόσεξε ποιον
τσιμπάνε τα αγκαθάκια σου.....

Εγώ δεν θέλω να σε κόψω. Να σε θρέψω με αξίες της ζωής, μόνο, θέλω.

Αν δεις και την γαρυφαλιά της θείας ξερή, μη λυπηθείς. Μου είπε εμένα πως αύριο θ’ αρχίσει να ζωντανεύει. Αγάπη και νερό χρειάζεται. Θα μας χαρίσει τα ομορφότερα γαρύφαλα.

Θέλω να δεις όμορφο το σπίτι μας. Θέλω να σ’ αγγίξει η μυρουδιά της κόκκινης σαρδέλας που μου χάρισε το μεσημέρι η γειτόνισσα και μόλις πας στην τουαλέτα που σιχαίνεσαι, να σε μεθύσει η μυρουδιά του γιασεμιού.

Θέλω να αγαπήσεις τον τόπο μου, την φύση, την κάθε πέτρα που σκοντάφτεις στην αυλή μας. Το κάθε χλωρό και ξερό χορτάρι που θα πατάς απρόσεκτη.

Βγάζω φωτογραφία αυτό το δρομάκι που σε λίγο θα σας φέρει κοντά μου. Μένω να το κοιτάζω και έτοιμη να αποθανατίσω την στιγμή. Εκείνη που θα το περνάτε.

Φαντάζομαι τη σκηνή....
Μπροστά ο μικρός χαρούμενος, πίσω εσύ, με κατεβασμένα μούτρα..... Παραπίσω ο μπαμπάς φορτωμένος πράγματα.

Σε λίγο αυτό το δρομάκι θα γεμίσει ζωή.
Θα γεμίσει ζωή απ’ τη ζωή μου. Δικιά μου ζωή, που όπου να ‘ναι, έρχεται.